ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Κρατικό επιχειρείν για κλάματα

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΟΥΚΑ
Η ανακολουθία της ΝΔ με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ - Κεντρική Εικόνα

Ποιος δεν έχει γελάσει με τη φωτογραφία που απεικονίζει 5-6 κρατικούς υπαλλήλους να κάθονται προβληματισμένοι γύρω από μια τρύπα στον δρόμο και έναν έρμο να δουλεύει με φτυάρι, με την ένδειξη «ο μαλάκας»;

Το χάος στον χειρισμό του μεταναστευτικού προβλήματος είναι ενδεικτικό μίας ανικανότητας που αποκαλύπτεται συχνά και βασανιστικά σε οτιδήποτε δεν λειτουργεί ήδη στον αυτόματο πιλότο. Μόνο που δεν είναι για γέλια πια όταν, πρώτον, εμπλέκονται ανθρώπινες ζωές, δεύτερον , συνεχίζουν να δίνονται χρήματα σε ανθρώπους που δεν εργάζονται και, τρίτον, τα χρήματα αυτά τα δίνει κυρίως η Ευρώπη, στα μάτια της οποίας η χώρα εκτίθεται για άλλη μια φορά.

Μπορεί να φανταστεί κανείς κάποια άλλη χώρα -μη αφρικάνικη, κατά προτίμηση- όπου το κράτος να έχει προσλάβει 2.500 υπαλλήλους για να εργαστούν στα κέντρα φιλοξενίας μεταναστών και ένα ποσοστό από αυτούς, το 45% κατά την υφυπουργό εργασίας, το 80% κατά 20 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, να μην πατάει εκεί;

Όλα ξεκίνησαν ονειρικά, σχεδόν υποδειγματικά, τον περασμένο Ιούνιο. Η Κομισιόν έδωσε 11 ωραία εκατομμύρια και ο ΟΑΕΔ συμπλήρωσε από τα ταμεία του άλλα 6,5 εκατομμύρια ευρώ για τη χρηματοδότηση του προγράμματος.

Τη δυνατότητα εργασίας στις δομές υποστήριξης των προσφύγων είχαν μόνοι οι άνεργοι που ήταν εγγεγραμμένοι στα μητρώα του ΟΑΕΔ. Εξαιρετικά ευρωπαϊκά ως εδώ.

Λόγω κρίσης, ο μισθός χαμηλότατος και μόνο για 8 μήνες σύμβαση. Σχεδόν 500 ευρώ/μήνα καθαρά, για θέσεις ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών, νοσηλευτών, δασκάλων, ηλεκτρολόγων, υδραυλικών, προσωπικού καθαριότητας, βοηθητικού φυλακτικού προσωπικού, οικοδόμων, οδηγών και γενικών καθηκόντων. Ας πούμε, ανεκτά ως εδώ.

Μία μέρα του Ιανουαρίου λοιπόν, και ενώ ήδη υποτίθεται ότι οι αυτοί οι άνθρωποι απάλυναν εδώ και μήνες τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών και των προσφύγων που βρίσκονται στη χώρα μας, βλέπουμε πρώτη είδηση ότι «το 80% των υπαλλήλων δεν βρίσκεται στη θέση του». Δεν πάνε στη δουλειά τους. Κάπου εδώ, αρχίζουν όσα λατρεύουμε να μισούμε στο ελληνικό Δημόσιο.

Θα περίμενε κανείς ότι θα το ανακάλυπτε η αντιπολίτευση, αλλά μπα… Χαμπάρι δεν είχε. Το κατήγγειλαν 20 κυβερνητικοί βουλευτές, με ερώτηση που κατέθεσαν στη Βουλή προς τους αρμόδιους υπουργούς.

Το παραδέχεται την επόμενη μέρα και ο αν. Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Δημήτρης Βίτσας: «Δεν πηγαίνουν όλοι στα κέντρα φιλοξενίας, κατά κύριο λόγο γιατί δεν υπάρχει μια οργανωμένη δομή για το πώς θα λειτουργήσουν στα κέντρα φιλοξενίας. Το θέμα δεν είναι πού κάθονται αλλά πού δουλεύουν». Ψάξε- ψάξε, δεν θα το βρεις, λέγαμε ως παιδάκια για ένα δαχτυλίδι, αλλά κοτζάμ 2.000 υπαλλήλους;

Η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, διαφωνεί με το ποσοστό αναφέροντας ότι, όχι δε λείπει το 80% από τη δουλειά, λείπει το 35%. Oι υπόλοιποι δουλεύουν στους Δήμους.

Και αυτό γιατί στην εγκύκλιο προτεινόταν, παραδόξως, η αξιοποίηση ενός ποσοστού έως και 50% εκ των προσληφθέντων από τους Δήμους λόγω αναγκών που έχουν προκύψει από το μεταναστευτικό. Να λοιπόν που πήγαν μερικοί από τους χιλιάδες απόντες, τους βρήκαμε. Και αυτό πρέπει επίσης να το καταπιούμε αμάσητο, ότι για άλλη δουλειά προσελήφθησαν και άλλη κάνουν. Μάταια, πολλοί δήμαρχοι προσπάθησαν να πείσουν ότι οι υπάλληλοι-φαντάσματα απασχολούνται μεν στους Δήμους τους, αλλά δουλεύουν για τους πρόσφυγες. Δηλαδή μία νοσοκόμα που δεν απασχολείται στη δομή φιλοξενίας, αλλά στο κοινωνικό ιατρείο του Δήμου, πως δουλεύει για τον πρόσφυγα που βρίσκεται στο χοτ σποτ; Ο ηλεκτρολόγος και ο υδραυλικός τι φτιάχνουν για τους πρόσφυγες, βρισκόμενοι εκτός χοτ σποτ;

Υποτίθεται ότι δουλειά της κάθε κυβέρνησης δεν είναι να διαπιστώνει, είναι να πράττει. Παλιότερα το έλεγαν «το διοικείν εστί προβλέπειν», αλλά εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι κανείς δεν προέβλεψε να έχει το κράτος τον βασικό, απαραίτητο μηχανισμό για να ελέγξει που πήγαν 2.500 χαμηλόμισθοι υπάλληλοι.

Στην ανάγκη ας έβαζαν τη Νικολούλη να τους βρει, εκείνη πάντα τους βρίσκει τους χαμένους. Δεν την έβαλαν, ας τους παραδώσει έστω σεμινάρια για το know how. Μέχρι τότε, ο «μαλάκας» της επιγραφής είναι αυτός που πλήρωσε. Το θύμα, οι μετανάστες.