ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
Αν η Ελλάδα είναι ο Βέγγος, να μην είναι η «κούκλα» ο Ολάντ;


Αυτός που έμελλε να είναι ο πιο αντιδημοφιλής Πρόεδρος στην ιστορία της Γαλλίας και ο μόνος που δεν διεκδικεί δεύτερη θητεία από το 1958, ο ίδιος που ο Πρωθυπουργός αποκαλούσε «Ολαντρέου», για την Ελλάδα ήταν ο καλύτερός της φίλος, όταν δεν είχε κανέναν άλλον.
Πρώτα, το προφανές. Ήρθε στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 2015 –τότε που δεν ήταν must να έχουμε Ευρωπαίους ηγέτες μουσαφίρηδες, μάλλον το αντίθετο- συνοδευόμενος από Υπουργούς και δεκάδες Γάλλους επιχειρηματίες, σε ένα εγχείρημα πολιτικής βούλησης ότι η φίλη Γαλλία εμπιστεύεται τη φίλη Ελλάδα.
Ο ρόλος του το 2015 ήταν αυτός του συνδετικού κρίκου ανάμεσα σε Μέρκελ και Τσίπρα, τότε ακόμα που ο Έλληνας Πρωθυπουργός δεν είχε την εμπιστοσύνη και την οικειότητα που έχει σήμερα, να της τηλεφωνεί κάθε τρεις και λίγο. Και δεν ήταν εύκολο για τον Ολάντ να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Τσίπρα, ήταν μία σχέση που χτίστηκε μέσα από αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα, εξομολογήσεις εκατέρωθεν και συμβουλές.
Το καλοκαίρι του 2015 η ελληνική κυβέρνηση είναι πελαγωμένη και τότε, όχι ακόμα μαθημένη, στο know how της συγγραφής ή της κατανόησης μίας ευρωπαϊκής συμφωνίας. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός ζητά τη βοήθεια του Ολάντ και εκείνος μέσω του υπουργού Οικονομικών, Μισέλ Σαπέν, και μιας ομάδας Γάλλων συμβούλων, την παρέχει. Οι Γάλλοι, με τη συνδρομή της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας, σβήνουν και γράφουν επί μερόνυχτα, ώσπου να συντάξουν το κείμενο, με τον χρόνο να πιέζει ασφυκτικά.
Στο κεφάλαιο 21, με τίτλο «Βοήθησέ με να σε βοηθήσω», του βιβλίου «Ιδιωτικές συζητήσεις με τον Πρόεδρο», ο Ολάντ αναφέρεται σε κομβικό σημείο της 17ωρης διαπραγμάτευσης, όταν ο Αλέξης Τσίπρας έχει αποχωρήσει για να συζητήσει με τους συνεργάτες του το θέμα του Υπερταμείου. Ο Ολάντ φεύγει από την αίθουσα που βρίσκονται οι υπόλοιποι –νυσταγμένοι- ηγέτες και βρίσκει τον Έλληνα Πρωθυπουργό στον παρακάτω όροφο: «Γύρω στις 6.00 το πρωί, οι συζητήσεις είχαν μπλοκάρει τελείως. Πίστεψα ότι θα τελειώσει άσχημα, γιατί ο Τσίπρας ήταν στα όριά του και έλεγε ότι δεν μπορούσε να πάει παραπέρα. Αυτό επιλύθηκε χάρη σε μια συνάντηση που πραγματοποιήσαμε με τον Τουσκ, τη Μέρκελ και τον Τσίπρα. Ο Τσίπρας έπειτα αποχώρησε για να διαπραγματευτεί με την ομάδα του και επέστρεψε με μια πρόταση για το Ταμείο που επέτρεπε επιτέλους τη συμφωνία. Είναι εκείνος που ξεμπλοκάρει την κατάσταση. Με τη στήριξή μας, αλλά αυτός το έκανε».
Να θέλει να καρπωθεί ως προσωπική επιτυχία την απόρριψη του σχεδίου Σόιμπλε για Grexit; Μπορεί, από ένα βαθμό και πέρα. Άλλωστε κάτι τέτοιες διηγήσεις, σε δύο βιβλία και κάμποσες συνεντεύξεις ήταν αυτές που εκνεύρισαν τον Γιούνκερ, και έκαναν τελικά τον εκπρόσωπό του, Μαργαρίτη Σχοινά, να δηλώσει πως «τελευταία παρατηρούμε άλλους να παίρνουν τη δόξα για την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη».
Πάντως, ακριβώς τα ίδια με τον Ολάντ γράφει και το αναλυτικό ρεπορτάζ της Guardian για το τι συνέβη το βράδυ της 12ης Ιουλίου.
Έστω και αν η πλειοψηφία δεν γνωρίζει τις λεπτομέρειες, γνωρίζει το πλαίσιο της στήριξης του Ολάντ προς τη χώρα μας. Δεν αυτοθυσιάστηκε κιόλας, αλλά κόπιασε.
Κι όμως, κανείς δεν τον χειροκρότησε με πάθος, κανέναν δε συγκίνησε όταν επισκέφθηκε τη χώρα μας, τον Οκτώβριο του 2015. Δε γράφτηκαν δα και ύμνοι για τις ομιλίες του στην ελληνική Βουλή και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου εξυμνούσε τα ελληνικά ιδεώδη μιλώντας για τον ερχομό του «στο λίκνο της δημοκρατίας» και τους ιστορικούς δεσμούς Ελλάδας- Γαλλίας. Ούτε πήρε και τόση δημοσιότητα η αναφορά του στη φράση του Γιάννη Ρίτσου προς την «αδελφή χώρα». «Θα βρεθούμε με τα παιδιά της ελευθερίας κοντά στα δέντρα, τα λουλούδια και τον ήλιο...» απήγγειλε ο κ. Ολάντ και έκλεισε λέγοντας: «Ζήτω η Ελλάδα, ζήτω η φιλία Ελλάδας- Γαλλίας». Παράδοξο, αλλά δεν έλιωσαν τα social media, ποστάροντας φωτογραφίες του ή ατάκες του.
Ο Ομπάμα έχει αναμφίβολα το σπάνιο χάρισμα να είναι πολύ επικοινωνιακός, να γίνεται αγαπητός από το πρώτο λεπτό και κατάφερε με μία παθιασμένη ομιλία που χαρακτηρίστηκε ως ιστορική να εμψυχώσει έναν λαό που τα τελευταία χρόνια τρώει μόνο καρπαζιές.
Στην ταινία «Μην είδατε τον Παναή», ο Θανάσης Βέγγος είναι ο Παναής. Τον Παναή τον θέλει μία άχαρη ασχημούλα, αλλά εκείνος δεν γουστάρει. Μέχρι που εκείνη αρχίζει και του απαριθμεί την προίκα της: «Τρία οικόπεδα, δυο διαμερίσματα και μετρητά στην τράπεζα». «Κούκλα είσαι!» αναφωνεί ενθουσιασμένος ο Βέγγος.
Ψυχρά και υπολογιστικά λοιπόν, μήπως αν δίπλα από τον μη χαρισματικό Ολάντ βάλουμε στη ζυγαριά και τα 60δις που έχει δανείσει η Γαλλία στην Ελλάδα των τριών μνημονίων, έναντι μηδέν εξ Αμερικής, να άξιζε κατιτίς παραπάνω και η δική του ομιλία, αν δεν μας λένε κάτι οι πράξεις του από το 2015;
Au revoir Francois, ήσουν ένας καλός φίλος και το απέδειξες.